Δείξαμε εμπιστοσύνη και ανοίξαμε την αγκαλιά μας σε όσους μας υποσχέθηκαν ότι θα μας σώσουν και η σωτηρία ξεκίνησε με εντελώς ανορθόδοξο τρόπο…..
Χειροκροτήματα, χλιδή, χρήμα και διάφορα άλλα υποσχετικά και λαμπερά εξαρτήματα έχουν γεμίσει τα μεγάλα σαλόνια, αδειάζοντας την κατσαρόλα της φτωχολογιάς. Κάποιος μου είπε ότι «εγώ, δεν αθωώνω τον λαό για τις επιλογές του» και εγώ απαντάω «κανένας δεν είναι ένοχος, μέχρι αποδείξεως». Δεν φταίει, φίλε, ο λαός, φταίνε οι καταστάσεις σε ένα σύστημα που δεν αντιμετωπίζεται και καλλιεργείται εις βάρος του λαού, που το χειροκροτάει, γιατί βλέπει μόνο αυτά που τον κατευθύνουν να βλέπει, και τον κάνουν να νοιώθει ότι έρχεται κάτι καλύτερο. Σε προηγούμενα δημοσιεύματα, αναφερθήκαμε στην διαφορά του πλούτου και της φτώχειας και ανακαλύψαμε ότι η φτώχεια έχει συναισθήματα και ο πλούτος για να διατηρηθεί, αδικήματα. Κάποτε, κοιτάζαμε στα μάτια και καταλαβαινόμασταν. Τώρα που όλα γίνονται ηλεκτρονικά, δεν μπορούμε να καταλάβουμε αν είναι αληθινό ή ψεύτικο αυτό που βλέπουμε και μας παρασέρνουν οι υποσχέσεις και τα χρώματα που στολίζουν την ζωή μας. Από την άλλη, είναι προτιμότερο το συσσίτιο με μακαρόνια και ρύζι, από τον σκουπιδοτενεκέ που ψάχνουν κάποιοι για να επιβιώσουν. Ακόμα και αυτοί οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι του σκουπιδοτενεκέ χειροκροτάνε την κατάντια μας σήμερα. Δείξαμε εμπιστοσύνη και ανοίξαμε την αγκαλιά μας σε όσους μας υποσχέθηκαν ότι θα μας σώσουν και η σωτηρία ξεκίνησε με εντελώς ανορθόδοξο τρόπο. Αν σκεφτεί κανείς ότι το 2004 η Ελλάδα έγινε παράδεισος για τους Ολυμπιακούς, θα καταλάβει γιατί έγινε κόλαση σήμερα. Πεταμένα λεφτά σε τραίνα, δρόμους, λιμάνια, γήπεδα, μίζες, προμήθειες και λαμπερές καταστροφές γύρω μας, που θα μας κυνηγάνε ακόμα και μετά από τρεις γενεές.Κανένα δέντρο δεν μπορεί να ψηλώσει, ούτε να βγάλει καρπούς, αν οι ρίζες του δεν είναι γερές. Στην προκείμενη περίπτωση, οι ρίζες της κάθε πατρίδας και του κάθε πολιτισμού είναι ο λαός, που κουβαλάει το σταυρό και αντιμετωπίζει όλα αυτά τα τηλεκατευθυνόμενα συστήματα, που λάμπουν, αλλά δεν είναι χρυσά…
Γ.Ρεθυμνιωτάκης.