Η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας για την προσβασιμότητα.
Του Γιώργου Σταμάτη, Γενικού Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας.
Η διασφάλιση της καθολικής προσβασιμότητας συνιστά ένα σημαντικότατο ανθρώπινο δικαίωμα στο διεθνές νομικό πλαίσιο και την εσωτερική έννομη τάξη, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με αναπηρία και την ισότιμη πρόσβαση τους σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας.
Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία προβλέπει στο αρ.3 την προσβασιμότητα ως μια από τις γενικές της αρχές, την κατοχυρώνει αυτοτελώς στο αρ.9, ενώ παράλληλα συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα ρυθμιζόμενων στη Σύμβαση θεματικών πεδίων, διότι ο νομοθέτης αναγνωρίζει ότι η προσβασιμότητα αφενός έχει ποικίλες εκφάνσεις και αφετέρου είναι βασική προϋπόθεση για την άσκηση και άλλων δικαιωμάτων.
Υπό το πρίσμα των διατάξεων της Σύμβασης, τα συμβαλλόμενα κράτη οφείλουν σταδιακά και συστηματικά να καταργήσουν όλα τα εμπόδια που δυσχεραίνουν την πρόσβαση των καταναλωτών με αναπηρία σε αγαθά, προϊόντα και υπηρεσίες, στο πλαίσιο του σεβασμού της αξιοπρέπειας, της ελευθερίας επιλογών και της διαφορετικότητας τους.
Με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της Σύμβασης, την προγενέστερη ευρωπαϊκή στρατηγική για την αναπηρία 2010/2020 και τη δικαιωματική προσέγγιση που αναγνωρίζει τα άτομα με αναπηρία ως υποκείμενα με πλήρη δικαιώματα και ελευθερίες, η Ε.Ε. θέσπισε την οδηγία 2019/882 σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για προϊόντα και υπηρεσίες, ευρύτερα γνωστή ως ευρωπαϊκή πράξη προσβασιμότητας.
Η Οδηγία ενσωματώθηκε πρόσφατα στο εθνικό δίκαιο και καλύπτει μεταξύ άλλων, -έξυπνα κινητά τηλέφωνα, tablet και υπολογιστές, μηχανήματα έκδοσης εισιτηρίων, τηλεοπτικές συσκευές και τηλεοπτικά προγράμματα, τραπεζικές υπηρεσίες, POS και ATM, ηλεκτρονικά βιβλία, υπηρεσίες ηλεκτρονικού εμπορίου και εφαρμογές για κινητά τηλέφωνα. Επιπλέον, αν και η Οδηγία αφήνει στη διακριτική ευχέρεια του εθνικού νομοθέτη την υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του δομημένου περιβάλλοντος, στον πρόσφατα ψηφισθέντα νόμο περιλαμβάνεται και η συμμόρφωση του δομημένου περιβάλλοντος που χρησιμοποιούν οι πελάτες των υπηρεσιών που καλύπτονται από την Οδηγία.
Από το τέλος Ιουνίου του 2025, οι υπόχρεοι φορείς που παράγουν τα οριζόμενα προϊόντα ή παρέχουν τις αντίστοιχες υπηρεσίες, πρέπει να συμμορφώνονται με τις προβλεπόμενες απαιτήσεις προσβασιμότητας, αλλιώς θα υπόκεινται στις ανάλογες κυρώσεις. Η ενσωμάτωση της Οδηγίας στοχεύει στην εναρμόνιση των απαιτήσεων προσβασιμότητας * για τα αναφερόμενα προϊόντα * και υπηρεσίες ώστε να επιτευχθεί η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ, μέσω της εξάλειψης και πρόληψης φραγμών στην ελεύθερη κυκλοφορία προσβάσιμων προϊόντων και υπηρεσιών μεταξύ των κρατών – μελών, που δύνανται να προκύψουν από αποκλίνουσες εθνικές νομοθεσίες.
Κατά μείζονα λόγο, έχει ως στόχο την ενίσχυση της ανεξάρτητης διαβίωσης των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με λειτουργικούς περιορισμούς, αφού θα μπορούν πλέον με άνεση, αυτονομία και ασφάλεια να χρησιμοποιούν τις συσκευές και τις υπηρεσίες που χρειάζονται, χωρίς να επιβαρύνουν τα οικεία τους πρόσωπα, άρα και χωρίς να δημιουργούνται ή να συντηρούνται δεσμοί εξάρτησης και ελέγχου.
Με το νόμο αυτόν, προωθείται περαιτέρω η ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνική και οικονομική ζωή, έκφανση της οποίας συνιστά και η εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης σχετικά με τις δυνατότητες απρόσκοπτης πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες. Επιπρόσθετα, προάγεται η ενεργή και αποτελεσματική κοινωνική συμπερίληψη των ατόμων με αναπηρία, αφού αίρονται τα εμπόδια που δημιουργούσαν ένα περιβάλλον αποκλεισμού, σχεδιασμένο για ανθρώπους με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ανάγκες.
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες πρέπει να σχεδιάζονται βάσει της αρχής του καθολικού σχεδιασμού, να είναι δηλ. κατάλληλα για κάθε χρήστη ή καταναλωτή με και χωρίς αναπηρία.
Δεδομένου ότι τα περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες λειτουργούν πλέον ψηφιακά, η προσβασιμότητα είναι μια δυναμική διαδικασία που παρακολουθεί και προσαρμόζεται με την τεχνολογική εξέλιξη. Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι στις ΗΠΑ οι περισσότερες εταιρείες με κορυφαία διεθνή απήχηση που κατασκευάζουν και εμπορεύονται λογισμικό και τεχνολογικές εφαρμογές, υιοθετούν πολιτικές καθολικής προσβασιμότητας.
Ο Νόμος για την προσβασιμότητα των προϊόντων και υπηρεσιών συνιστά επίσης πολιτική δέσμευση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία, και αποτελεί ένα σημαντικότατο βήμα για την ανεξάρτητη τους διαβίωση, αφού είναι βασικό προαπαιτούμενο για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ελευθερίας επιλογών και ασφάλειας στο πλαίσιο μιας συμπεριληπτικής, δίκαιης και ανοιχτής κοινωνίας, στη βάση της κοινωνικής ισότητας και όχι της διάκρισης.